POST #3


Όποτε τυχαίνει να σταθώ σε κάποιο περίπτερο κι η ματιά μου να πέσει στα εικονο-γραφημένα περιοδικά, κυρίως σε αυτά της Περιπέτειας και του Μπλέηκ, συλλαμβάνω ένα συναίσθημα γλυκιάς νοσταλγίας να αναδύεται από μέσα μου.

Φαίνεται πως εκείνο το μικρό παιδάκι, που ξεφύλλιζε με βουλιμία το χαρακτηριστικό pulp χαρτί, με την εναλλαγή του μαυρόασπρου και του κεραμιδί χρώματος, και διάβαζε γοητευμένο τις ιστορίες, υπάρχει ακόμη κάπου στο βάθος («σε ένα βαθύ πηγάδι το ’χουνε κλειστό»). Δεν το κρύβω πως μια πλευρά του εαυτού μου νοσταλγεί αυτήν την εποχή, όταν δεν γνώριζα πολλά για τον πραγματικό κόσμο, αλλά μπορούσα να ονειροπολώ σε άλλους κόσμους, σε άλλες περιπέτειες και μαζί με άλλους ήρωες-συντρόφους, κι όλα αυτά να έχουν κάτι από την γέψη του στέρεου και του πραγματικού.

Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν παιδιά ή νέοι σήμερα που να διαβάζουν αυτά τα περιοδικά. Βέβαια, για να κυκλοφορούν ακόμη κάποιο κοινό θα πρέπει να υπάρχει, αλλά νομίζω πως θα πρέπει να είναι εξαιρετικά μικρό ( ποιοί να είναι αυτοί οι μικροί τύποι ; ). Στην σημερινή εποχή του internet και του facebook, των msn και των i-pod, των γυαλιστερών υπερηρώων και των αψεγάδιαστων κινηματογραφικών εφφέ, αυτά τα περιοδικά μοιάζουν πράγματι σαν απολιθώματα μιας περασμένης εποχής.

Η λογοτεχνία είναι φυσικά μια οργανωμένη λεκτική δομή, η οργάνωση ενός κώδικα διατύπωσης και διεκπεραίωσης ενός μηνύματος που βασίζεται σε στοιχεία κειμενικών λειτουργιών. Αλλά, αν η καλή λογοτεχνία είναι ένας μηχανισμός πυροδότησης της φαντασίας, τότε τί να πούμε για το κόμικ που το πέρασμα από την μία εικόνα στην άλλη, από την μία λεζάντα στην άλλη, χρειάζεται σίγουρα μια δραστήρια επέμβαση της φαντασίας ;

Στα κόμικς, βλέπετε, η δράση αρχίζει με την πρώτη λεζάντα και τελειώνει με την επόμενη, αγνοώντας όλα τα ενδιάμεσα περάσματα. Το πρόσωπο που στην πρώτη λεζάντα στεκόταν περήφανα στο άλογο, στην δεύτερη μπορεί να βρίσκεται πεσμένο στην σκόνη, κι έτσι την πτώση πρέπει να την φανταστεί κανείς. Στα κόμικς από μία κίνηση φαίνεται μόνο το τελικό αποτέλεσμα, όχι το ξετύλιγμά της, κι έτσι πρέπει να φανταστεί κανείς, να συνδέσει οραματικά, την διαδρομή που διέτρεξε κάθε πρόσωπο και κάθε αντικείμενο από την αρχική του διάταξη μέχρι την καινούρια.

Οπότε, η φαντασία του αναγνώστη ενός εικονογραφημένου περιοδικού δεν παρακολουθεί παθητικά αλλά παρακινείτε να ενεργοποιηθεί, να αναλύσει και να συνθέσει, να ταξινομήσει και να αποφασίσει. Καθώς η υπόθεση της ιστορίας παραμένει αόρατη για μεγάλα διαστήματα, όλη η πορεία της πρέπει να ανασκευαστεί από τον αναγνώστη, ο οποίος καλείτε να συσχετίσει τις ενδείξεις που προσφέρουν οι λεζάντες, τα σχέδια και τα χρώματα, κι έτσι να ενώσει νοερά σε ένα συνεχές νήμα τα πολλά ‘‘σπασμένα κομμάτια’’ στα οποία στηρίζεται η ιστορία. Είναι λοιπόν ο αναγνώστης που δίνει ένα νόημα σε όλα αυτά, καθώς το μυαλό είναι υποχρεωμένο σε μια σύνθετη προσοχή κι η φαντασία καλείται να αναλάβει τις πιο ευγενείς της λειτουργίες.

Ένα φαινόμενο στο οποίο επίσης θα ήθελα να σταθώ είναι η ανάπτυξη που παρατηρείται στα λεγόμενα Graphic Novels (εικονογραφημένες νουβέλες), που έχουν αρχίσει να εκδίδονται αρκετές πλέον και στην χώρα μας, πολλές από τις οποίες φέρουν την υπογραφή γνωστών συγγραφέων του Φανταστικού.

Ο όρος graphic novel δηλώνει έργα με μακροσκελή αφήγηση, παρόμοια με εκείνα του μυθιστορήματος, αλλά και συλλογές ιστοριών και διασκευές γνωστών λογοτεχνικών έργων, καθώς και έργα στα όρια του μυθοπλασιακού και του μη μυθοπλασιακού, πάντα όμως εικονογραφημένα.

Τα graphic novels προσανατολίζονται και στο ενήλικο κοινό, με πραγμάτευση σύνθετων θεμάτων και φιλοδοξία λογοτεχνικότητας, επιδιώκοντας εντέλει την αναγωγή των κόμικς σε σοβαρή τέχνη. Graphic novel σημαίνει πολιτική, ιστορία, κοινωνική κριτική, ρεαλισμός, αλλά και νουάρ και επιστημονική φαντασία επίσης, και ουτοπία και δυστοπία κυρίως, και πάνω από όλα στυλιζάρισμα κι ύφος - όλα αυτά σε έναν μεικτό κώδικα.

Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα που κυκλοφορούν και στα ελληνικά είναι το ''V for Vendetta'' και ''Watchmen'' του Allan Moore, το ''The Sandman'' και το ''Neverwhere'' του Neil Gaiman, το ''The Thief of Always'' του Clive Barker, το ''The Dark Tower'' του Steven King, αλλά και το ''Περσέπολις'' της Μαργιάν Σατραπί μέχρι το ελληνικό ''Logicomic'' των Απόστολου Δοξιάδη, Χρίστου Χ. Παπαδημητρίου, Αλέκου Παπαδάτου και Annie Di Donna, και πολλά άλλα ακόμη...

υγ : Σε αυτό το link μπορείτε να διαβάσετε το πρώτο κεφάλαιο του ''NeverWhere - Ποτέ & Πουθενά'' των Neil Gaiman και Carey Mike.